Έχει είκοσι χρόνια να έρθει στην Ελλάδα. Έφυγε ένα χρόνο μετά τον θάνατο της μητέρας της, της ηθοποιού και ποιήτριας Κατερίνας Γώγου και δεν ξαναγύρισε.
Η ζωή της είναι στο Ουτζέντο, μία κωμόπολη, μεταξύ Καλλίπολης και Λέτσε, στην Ιταλία.
Όμως, τον τελευταίο καιρό, από την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής της και μετά -πέρα από τους σταθερούς φίλους που κρατούν επαφή μαζί της- η Ελλάδα έρχεται όλο και περισσότερο κοντά της. Οι αναμνήσεις έγιναν πεταλούδες
Η Μυρτώ Τάσιου, η κόρη της αντισυμβατικής -με την πλήρη σημασία της λέξης- Κατερίνας Γώγου, που τερμάτισε τη ζωή της το 1993 και του σκηνοθέτη Παύλου Τάσιου, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2011, χρειάστηκε σχεδόν δύο δεκαετίες μέχρι να μπορέσει να πει: «Όλες οι αναμνήσεις έγιναν πεταλούδες, πέρασαν…».
Παράλληλα με την κλίση της στη ζωγραφική -έκανε σπουδές σε σχολή καλών τεχνών και ειδικεύτηκε στη βυζαντινή τέχνη- η Μυρτώ έγραφε. «Αυτά που έγραφα άρεσαν στην Κατερίνα και τα διόρθωνε» εξομολογείται.
Το βιβλίο της με τίτλο «Η Αλίκη δε μένει πια εδώ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη -τον εκδοτικό οίκο που είχε εμπιστευτεί τα ποιήματα της και η Γώγου- είναι, όπως γράφει η Μυρτώ «… ένα πέρασμα απ’ το παρελθόν στο μέλλον. Μια συνέχεια από το θάνατο στη ζωή, απ’ το ψέμα στην αλήθεια …».
Εγώ κατάφερα να την κοπανήσω
«… Παιδιά ευαίσθητα που δεν άντεξαν ντρόγκα και αλκοόλ. Σίγουρα ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Εγώ κατάφερα να την κοπανήσω. Να με. Η Αλίκη δε μένει πια εδώ…»
Η κουβέντα τα διαπέρασε όλα: Την πολύχρονη περιπέτεια της με τα ναρκωτικά, την επίπονη μάχη για απεξάρτηση, τη μοναξιά, την απόφαση της μητέρας της να τερματίσει τη ζωή της με υπερβολική δόση χαπιών και αλκοόλ, τις ενοχές που ήρθαν μαζί με το βάρος της απώλειας, τη φυγή από την Ελλάδα, αλλά και την καινούργια ζωή, με τον αγαπημένο της σύντροφο, Φραντσέσκο, σε ένα ήσυχο σπίτι «με κηπάκι, μια λεμονιά, μια μανταρινιά, μία πορτοκαλιά και γάτες…».
Πηγαίνοντας τη ροή του χρόνου από το παρόν στο παρελθόν, η Μυρτώ μιλά για την καθημερινότητα της. «Η ζωή μου είναι απλή, είναι η ζωή της εξοχής. Έρχονται οι φίλοι μας, κατεβαίνουμε στα εργαστήρια, κάνουμε παρέα, τους δίνουμε καθώς φεύγουν πορτοκάλια και μανταρίνια, αυτή είναι η ζωή μας…».
Παρακολουθείς τι γίνεται στην Ελλάδα, βλέπεις κανάλια, χρησιμοποιείς το ίντερνετ; «… Δεν έχουμε υπολογιστή», λέει η Μυρτώ. «Όταν θέλουμε να δούμε τα μέιλ μας πηγαίνουμε σε έναν φίλο».
Μυρτούλα, bella mia
Η Μυρτώ ασχολείται με την αναπαλαίωση, τη συντήρηση έργων τέχνης. Δουλεύουν με τον Φραντσέσκο σε εκκλησίες -η ίδια ζωγραφίζει και εικόνες- κάνουν εκθέσεις.
Η κρίση είναι κι εδώ. «Οι άνθρωποι δυσκολεύονται, κυρίως όσοι δεν έχουν σταθερό μισθό», λέει η Μυρτώ.
Ο πατέρας του Φραντσέσκο, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το περασμένο καλοκαίρι -δούλευαν και οι τρεις μαζί- τους άφησε το σπίτι με τα εργαστήρια.
«Ήταν πολύ γλυκός άνθρωπος, σαν πατέρας μου. Μυρτούλα, bella mia, όμορφη μου, μου έλεγε… Ήταν όπως και ο Φραντσέσκο, καλός και προστατευτικός…».
Να ζήσω ελεύθερη χρωματιστά
«Γεννήθηκα στις 10 Οκτωβρίου 1967. Μητέρα μου είναι η Κατερίνα Γώγου, ηθοποιός και ποιήτρια. Πατέρας μου είναι ο Παύλος Τάσιος, σκηνοθέτης. Και οι δύο πέθαναν νέοι.
Όταν ήμουν μικρή, πήγα στη Σχολή Μοντεσόρι και μετά έβγαλα μια καλών τεχνών, γιατί είχα πάθος για τη ζωγραφική. Μετά ειδικεύτηκα στη βυζαντινή τέχνη. Άρχισα να δουλεύω με τον Μιχάλη Αγγελιδάκη.
Στο μεταξύ έκανε μπαμ η επιτυχία της Κατερίνας. Δυστυχώς έφερε αντίθετα αποτελέσματα. Άρχισε να πίνει και να αυτοκαταστρέφεται με όλους τους τρόπους. Ένιωθα ενοχές που δεν μπορούσα να τη βοηθήσω και μπλέχτηκα κι εγώ μέσα.
Ο πατέρας μου με παρακολουθούσε διακριτικά. Μου έκανε την πρόταση να πάω στην κοινότητα Saman στο Παλέρμο κι εγώ δέχτηκα.
Ένα χρόνο μετά το θάνατο της Κατερίνας άρχισα να παίρνω τα πάνω μου. Ξανάρχισα να ζωγραφίζω και να γράφω. Έβλεπα το μέλλον μου με διαφορετικό τρόπο. Όλες οι αναμνήσεις έγιναν πεταλούδες, πέρασαν. Είκοσι χρόνια πέταξαν. Το μόνο που ζητάω είναι να ζήσω ελεύθερη χρωματιστά».
«… Αγαπηθήκαμε, ε, Τάσιε;»
Γώγου και Τάσιος γνωρίστηκαν στα γυρίσματα μίας ταινίας. Η Γώγου είχε γράψει χρόνια μετά για τη σχέση τους «… Αγαπηθήκαμε, ε, Τάσιε;».
«Οι γονείς μου χώρισαν νωρίς, ήμουν δύο χρονών» λέει η Μυρτώ στο TheTOC. «Μεγάλωσα με τη μαμά και τις δύο γιαγιάδες… Πήρα πολύ αγάπη από την Κατερίνα και τις γιαγιάδες, αλλά ο πατέρας μου μού έλειψε. Δούλευε πολύ, ήταν και μία εποχή πολιτικού αναβρασμού. Εννοώ, μου έλειψε όσο ήταν στη ζωή. Θα ήθελα περισσότερο χρόνο μαζί του…»
«Το ‘Τρία κλικ αριστερά’, το πρώτο βιβλίο της Κατερίνας, εκδόθηκε το 1978 και πήγε πολύ καλά, όπως και τα επόμενα… Ένα σωρό λεφτά έβγαλε τότε η Κατερίνα, άλλαξε η ζωή μας από τη μια μέρα στην άλλη. Είχε μεγάλη επιτυχία…».
«… Η ζωγραφική ήταν μία έκφραση του πώς ζούσα. Όταν ήμουν μικρή δεν είχα αρχίσει να γράφω και το έλεγα με τα χρώματα.
Όταν έβγαλε η μαμά το ‘Τρία κλικ αριστερά’ έγραφα ήδη. Σε ένα ημερολόγιο, αλλά έγραφα. Ποιήματα. Πρώτα όμως, ήταν η ζωγραφική…»
Πήρε καιρό να αποδεχτώ
Η Μυρτώ ήταν 25 χρονών όταν πέθανε η μητέρα της.
«… Δεν ήθελα να ξέρω τίποτα και κανέναν. Ήθελα να φύγω μακριά». Η κοινότητα που πήγα για αποτοξίνωση ήταν πολύ καλή. Όμως, πέρασα πόνο, μοναξιά, ενοχές, που δεν βοήθησα την Κατερίνα να σωθεί… Έριξα μαύρη πέτρα. Μου πήρε καιρό να αποδεχτώ ότι δεν ήταν δική μου ευθύνη το ότι η Κατερίνα διάλεξε να πεθάνει -γιατί το διάλεξε. Δεν ήθελε άλλο…».
Η νίκη
Η αποκατάσταση της σχέσης με τον εαυτό σου για τον χαμό της Κατερίνας ή η απεξάρτηση από τα ναρκωτικά; Ποια η μεγαλύτερη νίκη;
«Το ότι μπόρεσα να απεξαρτηθώ…», απαντά η Μυρτώ. «Ξαφνικά βρίσκεσαι εσύ με εσένα… Δεν με γνώριζα, δεν με αναγνώριζα, είχα εκμηδενιστεί. Και μετά, σιγά σιγά, άρχισα να μαζεύω τα κομματάκια. Και σιγά σιγά κατάφερα να φτιάξω μια καινούργια ζωή… Να κάνω ένα καινούργιο ξεκίνημα. Παρότι μεγάλη πια… Ήμουν πολλά χρόνια στα ναρκωτικά. Έκανα χρήση από τα δεκαοκτώ. Εκτός όλων των άλλων, ο επί ένα χρόνο τότε σύντροφος μου, τον οποίον έπεισα να έρθει κι εκείνος στην κοινότητα, δύο ημέρες μετά, έφυγε, πήγε σε ένα ξενοδοχείο και έπεσε από τον πέμπτο όροφο. Αυτό ήταν το άλλο που έπρεπε να αντιμετωπίσω. Όμως, κατάφερα να παραμείνω και να ακολουθήσω το πρόγραμμα όπως έπρεπε. Να παλέψω.
Και ξαφνικά, μετά από κάποια χρόνια, όλα φαίνονταν όμορφα.Έγραφα, η ζωή η ωραία, τώρα δεν πονάω όταν μιλάω για την Κατερίνα. Έκανα ειρήνη με τον εαυτό μου… Είμαι περήφανη που ήταν η μητέρα μου».
Μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ…
Θα έρθεις στην Ελλάδα; «Θα έρθω. Για να δω τους φίλους μου, να σας δω όλους…»
Διάλεξε μια φράση από το βιβλίο σου, Μυρτώ.
«Μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ…», λέει από την άλλη άκρη της γραμμής και χαμογελάει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου